Γεωγραφία
Αξιοθέατα
ΑΓΙΟΙ ΘΕΟΔΩΡΟΙ
Άγιοι Θεόδωροι ή Θοδωρού, είναι μια βραχονησίδα στον κόλπο των Χανίων, απέναντι από τον Πλατανιά. Το νησί δεν κατοικείται και στην αρχαιότητα ονομαζόταν Ακοίτιον (= τόπος ακατάλληλος για κατοικία). Οι Βενετοί ονόμασαν το νησί San Theodoro και έκτισαν εκεί δυο φρούρια για να προστατεύσουν την παραλία του Πλατανιά. Το ένα ήταν χαμηλά και το ονόμασαν φρούριο του Αγίου Φραγκίσκου, και το άλλο ήταν πιο ψηλά και το ονόμασαν φρούριο του Αγίου Θεοδώρου ή Turluru. Τα δυο φρούρια, είχαν μια μικρή φρουρά 70 ατόμων. Το 1645 στο νησί επιτέθηκαν οι Τούρκοι και δεν μπόρεσε να αντισταθεί. Ο διοικητής του φρουρίου Biagio Giuliani, αποφάσισε να μην παραδοθούν και έτσι έβαλε φωτιά και ανατίναξε το φρούριο μαζί με τους στρατιώτες του και όσους Τούρκους είχαν αποβιβαστεί εκεί.
ΠΛΑΤΑΝΙΑΣ
Απόσταση από το κέντρο των Χανίων : 10,6 χιλιόμετρα Ύψος από την επιφάνεια της θάλασσας : 10 μέτρα. Είναι το πρώτο χωριό στην Δημοτική ενότητα του Πλατανιά προς Κίσαμο, αρχίζει από την παραλία και εκτείνεται ανηφορικά προς την Ακρόπολη, και αποτελεί σήμερα διαμέρισμα της Δ. ενότητας Πλατανιά, της επαρχίας Κυδωνίας. Βρίσκουμε αναφορά για τον Πλατανιά, το 1577 από τον Fr. Barozzi και το 1583 από τον Καστροφύλακα, με την ονομασία Pirgo Platanea. Υπάρχουν δυο οικιστικές ζώνες, ο Πάνω Πλατανιάς και ο Κάτω Πλατανιάς. Στον Πάνω Πλατανιά (ή Ακρόπολη) κατά την Τουρκοκρατία, υπήρχε φρούριο (παρατηρητήριο) , του οποίου σώζονται ακόμη υπολείμματα, και ήταν λαξεμένο μέσα στο βράχο. Χρησιμοποιήθηκε από τους Γερμανούς στην Κατοχή, οι οποίοι έκρυβαν εκεί το κανόνι με το οποίο πυροβολούσαν τα συμμαχικά αεροπλάνα. Το 1897, ο Πλατανιάς έγινε το αρχηγείο του Τιμολέοντα Βάσσου. Στον Πάνω Πλατανιά υπάρχει ο ‘Αγιος Δημήτριος, μοναστήρι παλαιότερα, που είναι η κεντρική εκκλησία του χωριού κατά τους χειμερινούς μήνες. Η Παναγία η Φανερωμένη στον Κάτω Πλατανιά δίπλα στο σχολείο, όπου και το Μνημείο Πεσόντων, είναι η κεντρική εκκλησία του χωριού για τη θερινή περίοδο και εορτάζει κάθε χρόνο στις 15 Αυγούστου. Ο Άγιος Γεώργιος ο «Μεθυστής», μια πολύ παλιά εκκλησία με τοιχογραφίες βρίσκεται στα Δρακιανά, δυτικά του χωριού. Εορτάζει κάθε χρόνο στις 3 Νοεμβρίου, τότε που ανοίγουν τα βαρέλια και δοκιμάζονται τα κρασιά. Στον δρόμο προς Δρακιανά επίσης, υπάρχει και το παρεκκλήσι της Αγίας Παρασκευής, ο πρώτος ναός που συναντούμε, ενώ στη συνέχεια βρίσκεται ο ναός του Αγίου Νικολάου του Τροπαιοφόρου, ο οποίος εορτάζει κάθε χρόνο μετά το Πάσχα (κινητή εορτή). Ψηλότερα από την Αγία Παρασκευή, βρίσκεται ο ναός της Μεταμορφώσεως Σωτήρος Χριστού, που εορτάζει στις 6 Αυγούστου και τέλος ο ‘Άγιος Αντώνιος δυτικά του χωριού, περίπου 200 μέτρα από τον κεντρικό δρόμο.
Γερμανικό νεκροταφείο, «Deutsche Soldaten Friedhof» στο Μάλεμε.
Το Γερμανικό Πολεμικό Νεκροταφείο βρίσκεται σε λόφο, πίσω από το αεροδρόμιο του Μάλεμε (ύψωμα 107), εκεί όπου πολλοί Γερμανοί αλεξιπτωτιστές σκοτώθηκαν το Μάη του 1941, κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων στην Κρήτη. Περιλαμβάνει 4.465 ταφές. Εκτός από τους Γερμανούς που σκοτώθηκαν στο Μάλεμε, στο ίδιο νεκροταφείο μεταφέρθηκαν στη δεκαετία του 1970 τα λείψανα Γερμανών στρατιωτών που είχαν ταφεί σε άλλες θέσεις στην Κρήτη. Συγκεκριμένα στο Μάλεμε, μεταφέρθηκαν τα λείψανα στρατιωτών που είχαν αρχικά ενταφιαστεί σε μαζικούς τάφους στο ΒΔ τομέα του αεροδρομίου Ηρακλείου, μπροστά στο εκκλησάκι του Γαλατά στα Χανιά και στο νεκροταφείο των Γερμανών αλεξιπτωτιστών, που είχαν πέσει στο Ηράκλειο. Το νεκροταφείο αυτό βρισκόταν στην περιοχή Ατσαλένιο Ηρακλείου, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το γήπεδο ποδοσφαίρου της ομώνυμης ομάδας. Το νεκροταφείο στο Μάλεμε, εγκαινιάστηκε επίσημα το 1974 από τον Γερμανό Gericke, ο οποίος ήταν ένας από τους αξιωματικούς κατά τη διάρκεια της αρχικής φάσης της επίθεσης στην Κρήτη, στις 20 Μαΐου του 1941. Το νεκροταφείο αποτελείται από απλές πλάκες, τοποθετημένες πάνω στο έδαφος, μία πλάκα για κάθε δύο άνδρες. Στα ενδιάμεσα διαστήματα, υπάρχουν μικροί λίθινοι σταυροί. Πάνω στην πλάκα αναφέρεται το όνομα του στρατιώτη, ο βαθμός του και οι ημερομηνίες γεννήσεως και θανάτου. Στην πλειονότητα τους οι νεκροί δεν ξεπερνούσαν σε ηλικία τα 18-25 χρόνια και οι περισσότεροι, σκοτώθηκαν την πρώτη μέρα της επιθέσεως στο νησί. Στο ίδιο νεκροταφείο έχει ενταφιαστεί ο Bruno Brauer, Διοικητής του Φρουρίου Κρήτης από το Σεπτέμβριο του 1942 έως τον Ιούνιο του 1944. Μετά το τέλος του πολέμου, δικάστηκε από τις Ελληνικές Στρατιωτικές αρχές ως εγκληματίας πολέμου, κρίθηκε ένοχος για επτά κατηγορίες και καταδικάστηκε σε θάνατο. Εκτελέστηκε στις 20 Μαΐου του 1947, στην Αίγινα. Σεβόμενοι την τελευταία του επιθυμία, τα λείψανά του μεταφέρθηκαν στο Μάλεμε και τάφηκαν εκεί. Στο Μάλεμε, λαμβάνουν χώρα δύο μεγάλες επετειακές εκδηλώσεις μνήμης. Η πρώτη λαμβάνει χώρα την τρίτη Κυριακή του Νοεμβρίου, οργανώνεται από τη Γερμανική πρεσβεία και είναι κάτι σαν λαϊκό μνημόσυνο. Η δεύτερη, λαμβάνει χώρα στις 20 του Μάη – ημέρα επετείου της Μάχης της Κρήτης – και οργανώνεται από τους Βετεράνους Γερμανούς Αλεξιπτωτιστές. Δεν υπάρχουν στοιχεία για την τέλεση ιδιωτικών μνημοσύνων
ΓΕΡΑΝΙ
Ακολουθώντας το δρόμο προς Κίσσαμο, από την παλιά παραλιακή Εθνική οδό, φθάνουμε στο Γεράνι, πρώην κοινότητα της επαρχίας Κυδωνίας και σήμερα πρωτεύουσα του Δήμου Πλατανιά. Το όμορφο χωριό απλώνεται στην πλούσια και εύφορη πεδιάδα του Πλατανιά και παράγει κυρίως λάδι και εσπεριδοειδή. Οι τουριστικές επιχειρήσεις αποτελούν επίσης πηγή εσόδων , καθώς στη διάρκεια του καλοκαιριού παρατηρείται σημαντική αύξηση του πληθυσμού. Υπάρχουν περίπου δύο χιλιάδες ξενοδοχειακές κλίνες στην περιοχή και όλες οι συναφείς τουριστικές επιχειρήσεις. Το Γεράνι, αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση και πληθυσμό διαμέρισμα του Δήμου Πλατανιά με δυο οικισμούς, το Παλαιό Γεράνι και το Λουτράκι. Η ονομασία Παλαιό Γεράνι, αντιστοιχεί στο Κάτω Γεράνι, το παραλιακό τμήμα όπου πριν την Ενετοκρατία είχε χτιστεί αρχικά το χωριό. Στα χρόνια της Ενετοκρατίας εξαιτίας του φόβου των κατοίκων από ενδεχόμενη πειρατική επιδρομή, το Κάτω Γεράνι ερήμωσε και άρχισε να οικοδομείται το Πάνω Γεράνι, και αυτό που έμεινε ήταν μόνο ένα κτίσμα που λειτουργούσε ως παρατηρητήριο. Η λέξη «Γεράνι», προέρχεται από ένα σύστημα άντλησης νερού από πηγάδια και ήταν σύστημα άντλησης από τα ρηχά, που υπήρχε πριν πεντακόσια περίπου χρόνια σε πολλά σημεία του χωριού. Δίπλα στα πηγάδια, υπήρχε μια ξύλινη διχάλα πάνω στην οποία ήταν οριζόντια τοποθετημένο ένα κομμάτι ξύλο, με την μια άκρη του δεμένη με σκοινί και κουβά και την άλλη άκρη του, με ένα σκοινί με αντίβαρο. Στις Ενετικές απογραφές του 1577, αναφέρεται ως Gerani. Το 1867 στο Γεράνι, έγινε μάχη μεταξύ επαναστατών και Τούρκων, όπου νίκησαν οι επαναστάτες. Τότε οι κάτοικοι του χωριού, παρακάλεσαν τους επαναστάτες να φύγουν καθώς η παραμονή τους εκεί, θα έθετε σε κίνδυνο τον άμαχο πληθυσμό. Εκείνοι έφυγαν, κάνοντας όμως αντίποινα. Από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας έρχεται και η ιστορία του παπά – Νικόλα Παπαδογιωργάκη, που ζήτησε και έλαβε άδεια από τον πασά, για να χτίσει ένα εκκλησάκι στη γειτονιά Κοτσιφιανά του χωριού. Όταν το έχτιζε, έτυχε να περάσει από εκεί ο αγάς της Αγίας Μαρίνας ο οποίος αγνοώντας την απόφαση του ανωτέρου του, διέταξε την θανάτωση του παπά-Νικόλα με απαγχονισμό στη χαρουπιά που υπάρχει ακόμα και σήμερα, έξω από την εκκλησία. Ο γιος του παπά Ιωάννης Παπαδογιωργάκης οπλαρχηγός αργότερα, το ίδιο βράδι σκότωσε το γιο του αγά, έφυγε από την Κρήτη, ήρθε σε επαφή με τους Φιλικούς και έλαβε μέρος σε εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες. Κατέφυγε στο Ναύπλιο και απέκτησε την επωνυμία «Γερανιώτης». Το 1884 λειτούργησε στην περιοχή «Πεζούλια» προς Μόδι, το πρώτο δημοτικό σχολείο της περιφέρειας Κρήτης (εκτός μεγάλων αστικών κέντρων) το οποίο ήταν τότε το σχολείο του Μοδίου. Εκεί δίδαξε ο μεγάλος Κρητικός πεζογράφος Ιωάννης Κονδυλάκης και το οποίο σώζεται ακόμα. Υπάρχει μαρμάρινη επιγραφή τοποθετημένη από το Φιλολογικό Σύλλογο Χανίων «Ο Χρυσόστομος», που πληροφορεί ότι από εδώ πέρασε ο Ιωάννης Κονδυλάκης, όταν ήταν δάσκαλος το 1885-1886. Το Γεράνι, ήταν κέντρο εκπαίδευσης όλων των γύρω χωριών. Το σχολείο αρχικά ήταν μόνο αρρένων, και γύρω στα 1900 μεταφέρθηκε στον ‘Αγιο Ελευθέριο, στο Πάνω Γεράνι. Παράλληλα ιδρύθηκε και το Παρθεναγωγείο, που μετατράπηκε σε κρατητήριο στη διάρκεια της Μάχης της Κρήτης. Κατά την Γερμανική Κατοχή και μέχρι το 1947, λειτούργησε ως χώρος συσσιτίων, και τελικά κατεδαφίστηκε το 1970. Καθεδρικός ναός του Γερανίου είναι ο Άγιος Ελευθέριος στο Πάνω Γεράνι, παλιός ναός βασιλικού ρυθμού. Επίσης στο Γεράνι υπάρχουν ο ναός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, βυζαντινού ρυθμού χτισμένος στη δεκαετία του 1930-1940, το ιστορικό παρεκκλήσι του Γενέσιου της Θεοτόκου ναός του 1700 που βρίσκεται στον οικισμό Κοτσιφιανά στο δρόμο προς Λουτράκι, το παρεκκλήσι της Ζωοδόχου Πηγής στο κέντρο του χωριού (γιορτάζει την πρώτη Παρασκευή μετά το Πάσχα.), το παρεκκλήσι του Αγίου Ανδρέα στη θέση «Λιβάδια», και το παρεκκλήσι του Γενέσιου του Ιωάννου του Προδρόμου, που είναι ένας ιδιωτικός ναός στο Μετόχι Ησυχάκη (γιορτάζει κάθε χρόνο στις 24 Ιουνίου).
ΛΟΥΤΡΑΚΙ
Ο οικισμός Λουτράκι, βρίσκεται 17 χιλιόμετρα από το κέντρο των Χανίων, στρίβοντας στο 15ο χιλιόμετρο στο δρόμο για Γεράνι προς Κίσσαμο. Το Λουτράκι, αναφέρεται το 1577 από τον Fr. Barozzi ως Monodhavli (Μονοδάυλι) από τον Καστροφύλακα το 1583 ως Lutrachi και από το Βασιλικάτα το 1630 ως Luttracha. Το 1881 αναφέρεται στο Δήμο Ψηλονέρου, το 1920 αποτελεί κοινότητα και από το 1928, αναφέρεται στην κοινότητα Γερανίου. Στο Λουτράκι υπάρχει αξιόλογος Πολιτιστικός Σύλλογος που στεγάζεται στο κτίριο όπου λειτουργούσε πριν το Δημοτικό σχολείο, επίσης έχει εγκατασταθεί και ηλιακό σύστημα παραγωγής ενέργειας, το μοναδικό στην περιοχή. Ο καθεδρικός ναός της περιοχής, είναι ο ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου, όπου και το κοιμητήριο του Λουτρακίου, και επίσης ο ναός του Αγίου Ανδρέα του Κρητικού, που γιορτάζει κάθε χρόνο στις 4 Ιουλίου και 30 Νοεμβρίου.
ΜΟΔΙ
Το ιστορικό χωριό Μόδι, βρίσκεται 15 χιλιόμετρα απόσταση από το κέντρο των Χανίων, ακολουθώντας αριστερά την διακλάδωση στο 13ο χιλιόμετρο του δρόμου προς τη Κίσσαμο. Στο Μόδι λειτουργούν δύο παραδοσιακά καφενεία. Στο (κλειστό σήμερα) σχολικό κτίριο στο Άνω Μόδι, υπάρχει λαογραφικό μουσείο το οποίο έχει ιδρύσει ο εκπαιδευτικός και συγγραφέας Θεόδωρος Παπαραφτάκης. Στο χωριό υπάρχει αγροτικό ιατρείο, το οποίο λειτουργεί κάθε εβδομάδα με επισκέπτη ιατρό. Κύρια τοπικά προϊόντα, είναι το λάδι και τα εσπεριδοειδή. Το Μόδι, αναφέρεται στην επαρχία Κυδωνίας το 1577 από τον Fr. Barozzi ως Modhi και το 1583 από τον Καστροφύλακα ως Mulle Sarachina και Modi da Milla. Κατά μια άποψη, η ονομασία «Μόδι» προέρχεται από το βυζαντινό «μόδιος-μόδι», που σημαίνει δοχείο μέτρησης σιτηρών, όπως το «μουζούρι» της Ενετοκρατίας. Επίσης υπάρχουν αρχαία Κρητικά νομίσματα, που στην μία όψη φέρουν το Δία γενειοφόρο και στην άλλη κεφαλή ταύρου και τη λέξη ΜΩΔΑΙΟΝ. Βάση αυτού του ευρήματος, διατυπώθηκε η υπόθεση ότι τα νομίσματα ανήκουν σε αρχαία Κρητική πόλη, που ονομαζόταν Μώδα ή Μωδαία, με πιθανή θέση το σημερινό Μόδι. Αυτή την άποψη ενισχύουν και ευρήματα από ανασκαφές του 1953 στο χωριό, από τον τότε έφορο αρχαιοτήτων, Ν. Πλάτωνος. Η αρχαιολογική σκαπάνη, έφερε στο φως επτά πρωτογεωμετρικούς λαξευτούς τάφους, αγγεία, σιδερένια όπλα, κρατήρες, πυξίδες, σκύφοι, πίθοι, αμφορείς και άλλα κτερίσματα Γεωμετρικού Πολιτισμού. Τα ευρήματα αντιστοιχούν στον 9ο – 8ο π.Χ. αιώνα και εκτίθενται σήμερα, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων.Η κοιλάδα που διαμορφώθηκε από τις προσχώσεις του ποταμού Πλατανιά (ομηρικού Ιάρδανου), ανήκει κατά μεγάλο μέρος στο Μόδι. Καθεδρικός ναός του Μοδίου, είναι ο Ιερός Ναός Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (1909). Απέναντι και δυτικά, ευρίσκεται ο παλαιότατος ναός του Ευαγγελιστή Μάρκου, με τις σπάνιες τοιχογραφίες του 16ου αιώνα. Υπάρχουν ακόμα ο Ιερός Ναός Προφήτη Ηλία, κτισμένος πάνω σε λόφο (γιορτάζει κάθε χρόνο στις 20 Ιουλίου) και ο Ιερός ναός του Αγίου Ιωάννη του Ερημίτη στη θέση «Βλάτος», κοντά στον ποταμό Πλατανιά (γιορτάζει κάθε χρόνο στις 7 Οκτωβρίου). Στα βόρεια του χωριού Μόδι στα σύνορα προς Ψαθογιάννο, βρίσκεται το βραχόκτιστο ξωκλήσι του Αγίου Γερασίμου (γιορτάζει στις 20 Οκτωβρίου), όπου σύμφωνα με την παράδοση εδώ έζησε ο Άγιος Γεράσιμος, ο οποίος και έχτισε το ναό. Το πρώτο δημοτικό σχολείο που ιδρύθηκε μετά την απελευθέρωση από την Τουρκική κατοχή ήταν το σχολείο του Μοδίου, στην περιοχή «Πεζούλια». Το παλαιότερο κτίσμα του σχολείου, έχει κριθεί διατηρητέο με γνωμοδότηση του Κεντρικού Συμβούλιου Νεωτέρων Μνημείων.
ΒΡΥΣΕΣ
Βρίσκεται 16 χιλιόμετρα από το κέντρο των Χανίων, ακολουθώντας τη διακλάδωση αριστερά στο 12ο χιλιόμετρο της παλαιάς εθνικής οδού, Χανίων – Κισσάμου. Στις Βρύσες, υπάρχει αγροτικό ιατρείο το οποίο λειτουργεί μια φορά την εβδομάδα με επισκέπτη ιατρό από το Γεράνι. Υπάρχουν επίσης δύο καφενεία στην όμορφη πλατεία του χωριού, με τη μεγάλη αρχαιολογική και ιστορική αξία. Εσπεριδοειδή και λάδι, είναι η κύρια παραγωγή της περιοχής. Στην πλατεία του χωριού, συναντούμε το ναό του Αγίου Νικολάου που χτίστηκε πριν το 1900, επίσης υπάρχουν οι ναοί του Αγίου Αντωνίου και της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. ΟΙ Βρύσες αναφέρονται στην επαρχία Κυδωνίας από το Fr. Barozzi ως Vrissi. Η ονομασία «Βρύσες», αποδίδεται από τους κατοίκους στο γεγονός ότι παλιά υπήρχαν πολλές πηγές, που σήμερα λόγω των γεωτρήσεων, την μείωση των βροχοπτώσεων και την αλλαγή της μορφολογίας του εδάφους, έχουν αποξηραθεί. Ανάμεσα στις Βρύσες και στο χωριό Κουφός Κυδωνίας, υπάρχει ένα χαρακτηριστικό δίκορφο ύψωμα στη δυτική όχθη του ποταμού Πλατανιά. Η μια κορφή λέγεται Κάστελλος και η άλλη Άγιος Γεώργιος, και στις οποίες ανακαλύφθηκαν αρχαιολογικά ευρήματα. Στον Κάστελλο συγκεκριμένα, βρέθηκαν ευρήματα υστερομινωικής εποχής που εκτίθενται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων. Βόρεια του χωριού, βρέθηκε τάφος Υστερομινωικών χρόνων που περιείχε χάλκινα αντικείμενα, θραύσματα κοσμήματος, στεφάνη με σταυρό, διπλούς πέλεκεις, βελόνη, ψήφους περιλαιμίου κ.λ.π. Στη θέση «Κερά-Σπηλιώτισσα», έχουν βρεθεί νεολιθικά αγγεία, και στην θέση «Τίμιος Σταυρός» δυο πρωτογεωμετρικοί τάφοι (1900-900 π.Χ.) Σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές, εδώ βρισκόταν η αρχαία πόλη Πέργαμος. Η Πέργαμος που σύμφωνα με την παράδοση είχε ιδρυθεί από τον Αγαμέμνονα ή τον Αινεία, ήταν χτισμένη σε κορυφή λόφου που κάποιοι άλλοι όπως ο Pashley, την ταυτίζουν με το βραχώδη λόφο του Πλατανιά, άλλοι με τα Γριμπιλιανά και άλλοι με τις Βρύσες. Στην κορφή απέναντι από τον Κάστελλο, είναι χτισμένο το εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου. Κεντρική εκκλησία του χωριού είναι ο παλαιός ναός του Αγίου Νικολάου, υπάρχουν επίσης ο ναός του Αγίου Αντωνίου στο κέντρο του χωριού, ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Και στους δυο παραπάνω ναούς, υπάρχουν οστά καλογέρων σφαγμένων από τους Τούρκους. Έξω από το χωριό υπάρχει ο ναός του Αγίου Προκοπίου, βυζαντινής εποχής, από τους ελάχιστους που έχουν διασωθεί σε όλη την Κρήτη και γιορτάζει στις 8 Ιουλίου. Υπάρχουν επίσης ο ναός του Γενέσιου του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, με ιστορία πολλών αιώνων, ο ναός του Τιμίου Σταυρού, ο ναός των Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης (γιορτάζει στις 9 Απριλίου) και ο ναός του Αγίου Γεωργίου του Διβόλη (μάρτυρας από τον Αλικιανό Κυδωνίας, που θανατώθηκε από τους Τούρκους και η μνήμη του γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 7 Φεβρουαρίου).
ΠΑΤΕΛΑΡΙ
Το Πατελάρι βρίσκεται 16,5 χιλιόμετρα από το κέντρο των Χανίων, στο 12ο χιλιόμετρο αριστερά της παλαιάς εθνικής οδού Χανίων – Κισσάμου. Παλαιότερα, ήταν οικισμός της κοινότητας Βρυσών, επαρχίας Κυδωνίας και σήμερα διαμέρισμα μαζί με τις Βρύσες του Δήμου Πλατανιά. Το Πατελάρι, αναφέρεται στην επαρχία Κυδωνίας το 1577 από τον Fr. Barozzi ως Patellari et Neoghor(i)o και από τον Καστροφύλακα το 1583, ως Patellari. Πιστεύεται ότι η ονομασία «Πατελάρι» προέρχεται από τους Πατελάρους, μια μεγάλη οικογένεια από το Ρέθυμνο, γόνος της οποίας ήταν και ο Νεόφυτος Πατελάρος, ο πρώτος μητροπολίτης Κρήτης επί Τουρκοκρατίας. Λέγεται μάλιστα ότι από αυτή την οικογένεια, προέρχονται οι πρώτοι κάτοικοι της περιοχής. Μια άλλη άποψη, θέλει την ονομασία «Πατελάρι» να προέρχεται από ένα μοναχό που στα Βυζαντινά χρόνια ζούσε στον Αλικιανό και τον έλεγαν πατέρα Ιλάριο. Κεντρική εκκλησία του χωριού, είναι ο ναός Γενέσιου της Θεοτόκου που γιορτάζει στις 8 Σεπτεμβρίου. Υπάρχει επίσης ο ναός του Αγίου Γεωργίου του «Μεθυστή» που γιορτάζει στις 23 Νοεμβρίου με παραδοσιακά κεράσματα, και τέλος ο ναός του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, η πιο παλιά εκκλησία του χωριού, συνδεδεμένη με θρύλους και παραδόσεις. Ο ναός παλαιότερα, είχε τοιχογραφίες που καλύφθηκαν με ασβέστη. Το Πατελάρι, όπως και όλα τα χωριά του Δήμου Πλατανιά, έδωσε βαρύ φόρο αίματος κατά την Γερμανική κατοχή. Στις 9 Ιουνίου του 1941, αρκετοί άνδρες του χωριού εκτελέστηκαν, μετά από μπλόκο των Γερμανών και λίγες μόλις ημέρες μετά την μάχη της Κρήτης.
ΜΑΛΕΜΕ
Το ιστορικό χωριό του Δήμου Πλατανιά, βρίσκεται 16 χιλιόμετρα δυτικά από το κέντρο των Χανίων στην παλιά εθνική οδό Χανίων – Κισσάμου. Το Μάλεμε, περιοχή θερινού τουρισμού, αποκτά, όπως συμβαίνει με όλα τα παραθαλάσσια χωριά ταχύτερους ρυθμούς ζωής και περισσότερη κίνηση το καλοκαίρι. Το χωριό διαθέτει πλούσια ξενοδοχειακή υποδομή. Κατά μήκος της παραλιακής ζώνης υπάρχουν πολλά εστιατόρια και καφετέριες. Στο χωριό λειτουργεί μόνιμα αγροτικό ιατρείο. Υπάρχει επίσης φαρμακείο, παντοπωλείο, κατάστημα τουριστικών ειδών, περίπτερο και δύο παραδοσιακά καφενεία. Στο Μάλεμε, λειτουργεί Πολιτιστικός Σύλλογος και υπάρχει αίθουσα πολιτιστικών εκδηλώσεων. Αρχαιολογικές έρευνες στη θέση Καυκάλες βόρεια του Μάλεμε το 1966, αποκάλυψαν έναν θολωτό τάφο Υστερομινωικής ΙΙΙ εποχής που παρά το ότι είχε συληθεί, βρέθηκαν αρκετά όστρακα και δυο σφραγιδόλιθοι, ο ένας χάλκινος και ο άλλος από αχάτη με απεικόνιση ελαφιού. Ο τάφος, είχε διάδρομο με κτιστά τοιχώματα και μήκος 13,80 μέτρα. Στο τέλος του διαδρόμου, βρίσκεται μια πύλη η οποία οδηγεί στην αίθουσα του νεκρού. Η πύλη αυτή, είναι χτισμένη με πολύ μεγάλες πέτρες. Το υπέρθυρο είναι ένας ογκώδης μονόλιθος που είχε λατομηθεί, ο οποίος δεν έχει κανένα σχέδιο πάνω και είναι σχεδόν 1 μέτρο στο ύψος και 1,5 μέτρο στο πλάτος. Οι παραστάτες της πύλης, δημιουργήθηκαν με μεγάλες πελεκημένες πέτρες. Με ύψος 2 μ. και πλάτος 1.60 μ. η είσοδος διακρίνεται για το μεγάλο υπέρθυρο της, το ανακουφιστικό τρίγωνο και τους δύο λίθινους όλμους, όπου θα στηριζόταν η ξύλινη πόρτα που θα κάλυπτε το κτιστό φράγμα. Από την πύλη, μπαίνουμε στην θολωτή αίθουσα του νεκρού. Στο κέντρο της βρισκόταν ο νεκρός, μέσα σε σαρκοφάγο. Ο Γάλλος αρχαιολόγος Paul Faure, ετυμολογεί το τοπωνύμιο από τη λέξη «μάλαμα» που σημαίνει χρυσός, πιστεύοντας ότι υπήρχε ορυχείο χρυσού, στην περιοχή. Το όνομα «Μάλεμε» αναφέρεται στην επαρχία Κυδωνίας, από το Fr. Barozzi ως Maleme. Όταν οι Τούρκοι άρχισαν να φεύγουν από την Κρήτη, ήρθαν στο Μάλεμε οικογένειες χριστιανών από τους Λάκκους, οι οποίοι ήταν από την οικογένεια των Παρασκάκηδων, και αγόρασαν περιουσία στο Μάλεμε. Όταν ήρθαν, δεν υπήρχε εκκλησία και έτσι έχτισαν τον Ναό του Αγίου Αντωνίου που υπήρχε και στους Λάκκους και τον αφιέρωσαν στο Μάλεμε. Με τα χρόνια υπήρξε ανάγκη για μεγαλύτερη εκκλησία, έτσι το 1918 οικοδομήθηκε ο νέος ναός του Αγίου Αντωνίου και τα εγκαίνια έγιναν το 1938. Μετά, ήρθε ο πόλεμος. Στο Μάλεμε, είχε κατασκευαστεί πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το αεροδρόμιο των Χανίων. Στην Μάχη της Κρήτης, είχαν σχέδιο να καταλάβουν το αεροδρόμιο του Μάλεμε, και το κατάφεραν την δεύτερη μέρα της Μάχης. Μέχρι τότε, έπεφταν τα αεροπλάνα τους χτυπημένα από πολυβόλα και κανόνια. Εκείνο το βράδυ, δεν είχαν κατορθώσει οι Άγγλοι να στείλουν εφεδρείες στη θέση Μάχης στο ύψωμα 107 της Βλαχερωνίτισσας και η τηλεφωνική επικοινωνία, είχε διακοπεί. Ο διοικητής του Αγγλικού στρατεύματος του Πλατανιά, έστειλε αγγελιοφόρο στο ύψωμα, για δει τι είχε συμβεί. Εκείνος όμως, δεν γύρισε ποτέ. Με το που ανέβηκαν οι Γερμανοί στο ύψωμα 107, έπεσε η Κρήτη. Το Μάλεμε στην διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής ερήμωσε, οι κάτοικοι έφυγαν σε άλλα χωριά και το Μάλεμε, έγινε στρατόπεδο αιχμαλώτων. Υπήρχαν πέντε με έξι χιλιάδες αιχμάλωτοι, Έλληνες και Άγγλοι πίσω από τα συρματοπλέγματα. Όταν οι Γερμανοί άδειασαν το στρατόπεδο, μετέτρεψαν τον ναό του Αγίου Αντωνίου σε αποθήκη για ανταλλακτικά αεροπλάνων, για αυτό το λόγο ο ναός βομβαρδίστηκε επανειλημμένα από τους Άγγλους. Το Μάλεμε, είχε και άλλες τρεις εκκλησίες στην περιοχή του αεροδρομίου. Στο κέντρο του αεροδρομίου ήταν ο Άη Γιώργης, που κατεδαφίστηκε για να γίνει το αεροδρόμιο. Εκεί κοντά ήταν και το κοιμητήριο του χωριού και ο ναός της Αγίας Μαρίνας, που γκρέμισαν οι Γερμανοί γιατί θα γινόταν στόχος για βομβαρδισμό του αεροδρομίου, και τέλος υπήρχε ο ναός του Αγίου Ιωάννη, εκατό μέτρα περίπου από την γέφυρα όπου γκρεμίστηκε για τον ίδιο λόγο. Το σχολείο του Μάλεμε, είχε βομβαρδιστεί έτσι κρίθηκε ακατάλληλο. Κάτω από το δάπεδο, οι Γερμανοί είχαν σκάψει καταφύγιο. Στο Γερμανικό νεκροταφείο του Μάλεμε, 1 χιλιόμετρο έξω από το χωριό, βρίσκονται οι τάφοι των Γερμανών στρατιωτών που έλαβαν μέρος στην Μάχη της Κρήτης. Το Μάλεμε, χαρακτηρίστηκε με Υπουργική απόφαση ως η ιστορική έδρα, του Δήμου Πλατανιά.
ΚΟΝΤΟΜΑΡΙ
Το χωριό Κοντομαρί, βρίσκεται 17,5 χιλιόμετρα από το κέντρο των Χανίων στη διακλάδωση αριστερά από την παλιά εθνική οδό Χανίων-Κισσάμου. Κύρια προϊόντα της περιοχής, είναι το λάδι και τα εσπεριδοειδή. Στο Κοντομαρί υπάρχουν δύο παραδοσιακά καφενεία και παντοπωλείο. Το αγροτικό ιατρείο λειτουργεί κάθε εβδομάδα με επισκέπτη ιατρό, από το Μάλεμε. Η ονομασία του προέρχεται κατά μια εκδοχή από έναν Ενετό άρχοντα της περιοχής τον Conte Marino.Σε ενετικό κτίσμα κοντά στο κέντρο του χωριού, υπήρχε μέχρι πρόσφατα μαρμάρινη επιγραφή με το όνομα και το οικόσημο του Ενετού άρχοντα, η οποία χάθηκε πριν από μερικά χρόνια. Στο δημοτικό διαμέρισμα Κοντομαρί υπάγονται οι οικισμοί : Μετόχι, Πύργος, Κοιλάδα, και Ξηροκάμπι. Στο κέντρο του χωριού, υπάρχει ο ναός της Ζωοδόχου Πηγής. Ακόμα υπάρχει ο ναός του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στο Μετόχι (περίπου 1 χιλιόμετρο από το κέντρο του χωριού). Ανατολικά από το ναό της Ζωοδόχου Πηγής, βρίσκεται και το κυρίως κοιμητήριο του Κοντομαρί. Στο Κοντομαρί ήρθαν Τούρκοι, Ενετοί και Γερμανοί κατακτητές. Στις 2 Ιουνίου του 1941, οι Γερμανοί εκτέλεσαν όλους τους άνδρες του χωριού, σε αντίποινα για τη μαζική συμμετοχή στη Μάχη της Κρήτης. Για τον λόγο αυτό στο κέντρο του χωριού, στήθηκε μνημείο.
ΚΟΙΛΑΔΑ
Βρίσκεται 17,5 χιλιόμετρα δυτικά από το κέντρο των Χανίων, στρίβοντας αριστερά στην παλιά εθνική οδό Χανίων – Κισσάμου. Αναφέρεται για πρώτη φορά στα «Κρητικά» του Χουρμούζη Βυζαντίου ως Τελιμανολιανά το 1842 και στην απογραφή του 1881, ως Ντελημανωλιανά. Το 1920 αναφέρεται στην κοινότητα Κοντομαρί, ως Δελημανολιανά το 1940 και τέλος ως Κοιλάδα από το 1971. Ο πληθυσμός του χωριού, έφθασε τους 115 κατοίκους το 1961 και έκτοτε παρουσίασε σταδιακή μείωση.
ΞΗΡΟΚΑΜΠΙ
Βρίσκεται 18 χιλιόμετρα δυτικά από το κέντρο των Χανίων και λίγο νοτιότερα από το Κοντομαρί, στη διακλάδωση αριστερά στο 15,5 χιλιόμετρο της παλιάς εθνικής οδού Χανίων – Κισσάμου. Παλαιότερα ήταν οικισμός της κοινότητας Κοντομαρί επαρχίας Κυδωνίας και σήμερα, είναι οικισμός του διαμερίσματος Κοντομαρί του Δήμου Πλατανιά, επαρχίας Κυδωνίας. Το Ξηροκάμπι, αναφέρεται για πρώτη φορά στην απογραφή του 1881 στο Δήμο Πύργου Ψηλόνερου, το 1920 αναφέρεται στην κοινότητα Λουτρακίου και το 1928, στη κοινότητα Κοντομαρί. Η ονομασία «Ξηροκάμπι», πιθανότατα έχει να κάνει με την αποξήρανση των πηγών που υπήρχαν παλαιότερα στην περιοχή. Λέγεται ότι υπήρχαν εφτά καβούσια στην περιοχή, όπου και στέρεψαν, και έμεινε μόνο ένα πηγάδι στα δυτικά του χωριού. Τα τελευταία χρόνια λύθηκε το πρόβλημα της ύδρευσης , καθώς το νερό έρχεται από τον Ντερέ τον χειμώνα, τον Κυπάρισσο και τα Μυλωνιανά. Κεντρική εκκλησία του χωριού είναι ο Άγιος Αντώνιος, κοντά του υπάρχει και ο παλαιός ναός του Αγίου Αντωνίου κτισμένος επί Ενετοκρατίας, τυπικό δείγμα μεταβατικού της Δυτικής Κρήτης, μικρός μονόχωρος, καμαροσκέπαστος, με τις πλευρές του να καταλήγουν σε αετώματα, και αποτελεί το δίδυμο του ναού της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα στο Ντερέ. Είναι πιθανό, οι δυο ναοί να κτίστηκαν την ίδια χρονική περίοδο, ίσως και από τους ίδιους μαστόρους. Το δυτικό αέτωμα του ναού, ήταν διαμορφωμένο για να τοποθετηθεί κωδωνοστάσιο, όμως καταστράφηκε με τον καιρό. Ο ναός, αναπαλαιώθηκε από την Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Νομού Χανίων. Ο παλαιός ναός, αναφέρεται στην απογραφή ναών και μονών του 1637 ως Μετόχι της Ιεράς Μονής Γωνιάς, με 22 μοναχούς. Το εικονοστάσι των Αγίων Πάντων, βρίσκεται λίγο μετά από τον Άγιο Αντώνιο σε ένα πευκόφυτο αλσύλλιο, έκτασης έξι περίπου στρεμμάτων. Φαίνεται ότι το Ξηροκάμπι, είχε περισσότερο πληθυσμό στα χρόνια της Ενετοκρατίας. Τότε εδώ υπήρχε χρυσοχοείο και τσαγκαράδικο. Κατά την Τουρκοκρατία οι εγκατεστημένοι στο χωριό Λουτράκι Τούρκοι, αγόραζαν εδώ περιουσίες.
ΚΥΠΑΡΙΣΣΟΣ
Βρίσκεται σε απόσταση 19 χιλιόμετρων από το κέντρο των Χανίων, ακολουθώντας τη διακλάδωση αριστερά στο 15,5 χιλιόμετρο της παλιάς εθνικής οδού Χανίων-Κισάμου. Ο Κυπάρισσος, αναφέρεται στην επαρχία Κυδωνίας το 1577 ως Psires και το 1583 ως Psires Palamidiaco. Το 1881, αναφέρεται ως Ψείρες στο Δήμο Πύργου Ψηλονέρου και το 1920, αναφέρεται Κυπάρισσος στον αγροτικό δήμο Ντελή Μανωλάκη. Η ονομασία «Ψείρες» κατά μια άποψη, ίσως συνδέεται με μικρό ζωύφιο που ζει σε καθαρό νερών πηγών. Κατά μια άλλη άποψη, ίσως να συνδέεται με το γεγονός ότι υπήρχαν εκεί πολλοί Ενετοί επί Ενετοκρατίας και αργότερα πολλοί Τούρκοι, τους οποίους οι χριστιανοί κάτοικοι, αποκαλούσαν «Ψείρες». Η σημερινή ονομασία του χωριού, συνδέεται με το Γέρο-Κυπάρισσο που βρίσκεται στον περίβολο του ναού του χωριού (Άγιος Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος), όπου και το κοιμητήριο. Στον Κυπάρισσο υπάρχει επίσης ο ναός του Προφήτη Ηλία στα Μαρουλαχιανά, ο ναός των Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης (ιδιωτικό παρεκκλήσι που γιορτάζει κάθε χρόνο στις 9 Απριλίου). Στον Κυπάρισσο υπάγεται και ο οικισμός Μαρουλαχιανά που δημιουργήθηκε κατά το τέλος της Τουρκοκρατίας, με την κάθοδο των Λακκιωτών στην περιοχή.
ΝΤΕΡΕΣ
Βρίσκεται 30 χιλιόμετρα, δυτικά από το κέντρο των Χανίων. Η διαδρομή από τη διακλάδωση αριστερά στο 18,2 χιλιόμετρο (από Ταυρωνίτη) του δρόμου προς Κίσσαμο μας οδηγεί, μέσα από το Συρίλι και το Ζουνάκι, στον τελευταίο σταθμό της ενδοχώρας του Δήμου Πλατανιά, το Ντερέ. Ο Ντερές αναφέρεται πρώτη φορά κατά την Βενετοκρατία από τον Καστροφύλακα το 1583, ως Angusta. Σύμφωνα με την προφορική παράδοση του τόπου από εδώ πέρασε η Αυγούστα Θεοδώρα, σύζυγος του Βυζαντινού αυτοκράτορα Θεόφιλου, κινούμενη με την ακολουθία της από βορρά προς νότο, προκειμένου να επισκεφθεί την Αφρική, και λέγεται ότι φιλοξενήθηκε στο Ντερέ. Τιμής ένεκεν δόθηκε το όνομά της στο χωριό (Augusta) και όχι Angusta ή Agustu, όπως εσφαλμένα αναφέρεται, σε απογραφές και χειρόγραφα. Η ονομασία Αυγούστα, επιβεβαιώνεται και από χάλκινο εκκλησιαστικό δίσκο για αντίδωρο, ο οποίος φυλάσσεται στο χωριό και ο οποίος ήταν δώρο από τον Γεώργιο Μαντωνανάκη το 1857, στο ναό Μεταμορφώσεως Σωτήρος. Ο δίσκος φέρει εγχάρακτη την ονομασία «ΑΥΓΟΥΣΤΑ» και μέσα σε παρένθεση, τη μεταγενέστερη ονομασία του χωριού (Ντερές), τη χρονολογία και το ονοματεπώνυμο του δωρητή, καθώς και τις λέξεις «ΙΗΣΟΥΣ ΣΩΤΗΡ» . Το όνομα «Ντερές», το έδωσαν στο χωριό οι Τούρκοι (Dere στα Τούρκικα, σημαίνει ρεύμα νερού). Αυτή η λέξη, αποδίδει το γεγονός ότι το χωριό βρίσκεται στις όχθες παραπόταμου του Ταυρωνίτη (Πνιγάρης ποταμός). Με το νέο αλλά και το παλαιό όνομα αναφέρεται το χωριό το 1834, στην Αιγυπτιακή απογραφή. Το 1842, αναφέρεται από τον Χουρμούζη Βυζάντιο ως Τερές. Το 1881 ως Ντερές στο Δήμο Πύργο Ψηλόνερου και Ντερές Αγούστου, στο Δήμο Αλικιανού. Φαίνεται ότι το χωριό, το οποίο περιλάμβανε πολλούς οικισμούς ή κατούνες (καντόνια) και είχε μεγάλη έκταση, χωρίστηκε κατά τη σύσταση των δήμων σε δύο μέρη. Έτσι στο Ντερέ (Δήμος Πύργου Ψηλονέρου) περιλαμβάνονταν οι οικισμοί Βιδαλιανά, Μπακαλαουδιανά, Πύργος και Μετόχι Ζουνάλι (πιθανό η τελευταία ονομασία να αντιστοιχεί στις περιοχές Μετόχι Σιριλίου και Ζουνάκι). Στο χωριό Ντερές Αγούστου, περιλαμβάνονταν οι οικισμοί Κορδελή, Διγαλιανά, Μετόχι, Δασκαλιανά, Καμισιανά, Κουσουγεργιανά, Καρδαμιανά, δηλαδή ο κύριος όγκος των οικισμών του σημερινού Ντερέ. Από την απογραφή του 1900, μετά την κατάργηση των δήμων, ο Ντερές αναφέρεται ως ομώνυμη κοινότητα (αγροτικός δήμος). Σήμερα ο Ντερές, αποτελεί διαμέρισμα του Δήμου Πλατανιά, επαρχίας Κυδωνίας. Ο Χάσωνας, μια δύσκολη και επικίνδυνη στροφή η οποία οφείλει την ονομασία της στο ρήμα χάνομαι διότι εκεί είχαν συμβεί αρκετά ατυχήματα, μας οδηγεί στον Ντερέ. Δεξιά του δρόμου ένα μονοπάτι μας οδηγεί στο ναό της Αγίας Παρασκευής, τον πρώτο από τους πολλούς ναούς του χωριού, σε αυτή την διαδρομή. Μαρκουλιανά, Μανουσιανά, Αζεμιανά (η ονομασία έμεινε από την εποχή της Τουρκοκρατίας, διότι κάποτε ήταν εδώ τα σπίτια Αζέμηδων), είναι οι πρώτες γειτονιές που συναντάει κανείς. Τα επίθετα, ονόμασαν και τις συνοικίες στις περισσότερες περιπτώσεις : Καμισιανά, Γαροφαλιανά, Καρδαμιανά, Παπαδιανά. Εξαίρεση η παλιά συνοικία Δασκαλιανά υπερυψωμένη στο κέντρο του χωριού, η οποία ονομάστηκε έτσι, επειδή υπήρχε το πρώτο σχολείο του Ντερέ και εδώ έρχονταν οι μικροί μαθητές, τα «δασκαλάκια». Μετά την Αγία Παρασκευή και αφού περάσουμε την πρώτη γέφυρα του Ντερέ στα δεξιά, υπάρχει το εικονοστάσι του Αγίου Ευτυχίου, το οποίο κτίστηκε στον Εμφύλιο. Από εκείνον τον δρόμο, μια διακλάδωση οδηγεί και πάλι στην Αγία Παρασκευή. Μια άλλη διακλάδωση, οδηγεί στο παλιό οικισμό Καρρέ. Πιθανόν ο οικισμός Καρρές, να είναι ένας από τους τρεις οικισμούς που αναφέρονται πρώτη φορά από τον Καστροφύλακα το 1583 ως Epodes Carea, δηλαδή Πώδε Καρές, Aposso Carea, δηλαδή Απόξω, Έξω Καρές, και Pera Carea, δηλαδή Πέρα Καρές. Κάποτε εδώ ζούσαν περίπου 70 οικογένειες, αλλά η επιδημία πανώλης που παρουσιάστηκε τον 16ο αιώνα, εξαφάνισε κάθε ζωή και σήμερα υπάρχουν εδώ, μόνο ερείπια. Πάνω στον ίδιο δρόμο, συναντούμε το ναό του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Κατηφορίζοντας επιστρέφουμε στον κεντρικό δρόμο, όπου σε απόσταση διακοσίων περίπου μέτρων από την γέφυρα, συναντάμε δεξιά τη διακλάδωση που οδηγεί στο ναό Μεταμορφώσεως Σωτήρος Χριστού, καθεδρικό ναό του χωριού. Δυτικά του ναού υπάρχει ο πρώτος παλιός και ιστορικός ναός Μεταμορφώσεως Σωτήρος Χριστού χτισμένος τον 16ο αιώνα, ο οποίος συνδέεται με ιστορικά γεγονότα και θρύλους. Το ιερόθυρο, φέρει πέτρινο διακοσμητικό σύμβολο των Ενετών. Για κάθε ναό το σύμβολο ήταν διαφορετικό, ο ναός αυτός είναι τυπικός μεταβατικού τύπου, και ακριβώς όμοιος με το ναό Αγίου Αντωνίου στο Ξηροκάμπι. Πιθανόν και οι δυο ναοί, να κτίστηκαν από τους ίδιους Ενετούς μάστορες. Μια μικρή πόρτα στο νότιο τοίχο του περίβολου της εκκλησίας, οδηγεί στο Μετόχι. Το Μετόχι και ο ναός του Χριστού, έχουν κοινή ιστορία. Λέγεται ότι ο Τούρκος αγάς που έμενε στο Μετόχι, έδωσε εντολή μια χρονιά που η σοδειά ήταν μεγάλη, να αποθηκευτεί ο καρπός του θέρους στο ναό του Χριστού. Ο υποτακτικός του που τον έλεγαν «Αράπη» (πιθανόν Αιγυπτιακής καταγωγής), δίσταζε να εκτελέσει την εντολή του αφεντικού του.
Το ίδιο βράδυ, ο αγάς ξυλοκοπήθηκε από δύο μασκοφόρους οι οποίοι εισέβαλαν στο Μετόχι, ενώ αυτός κοιμόταν. Την άλλη μέρα έδωσε εντολή στον υπηρέτη του να ζέψει τα αλόγα για να φύγει, και δεν επέστρεψε ποτέ. Το Μετόχι, πουλήθηκε σε χριστιανούς. Πιθανόν αυτό το γεγονός, να συμπίπτει χρονικά με το τέλος της Τουρκοκρατίας στην Κρήτη. Ο υπηρέτης του αγά ο «Αράπης», παρέμεινε εδώ και μετά την πώληση του Μετοχιού, μαζί με την γυναίκα του και την κόρη τους την Νουριέ, την οποία αργότερα οι κάτοικοι του Ντερέ και οι Χανιώτες, θυμούνται ως Ουρανία ή ως Αμπλά. Η Αμπλά έζησε στον Ντερέ και αργότερα στα Χανιά, στη συνοικία του Κουμ – Καπί. Το Μετόχι, εντυπωσιακό φρούριο με μεγάλη εσωτερική αυλή και κτίσματα περιμετρικά, ήταν στην διάρκεια της ξενοκρατίας ο τόπος διαμονής του Ενετού άρχοντα και αργότερα, του Τούρκου αγά της περιοχής. Σήμερα, όλα παραμένουν όπως και τότε: οι καμάρες, το λιθόστρωτο της αυλής, η παλιά τοξοειδής επιτοίχια κρήνη, με τις ανάγλυφες παραστάσεις. Ο δρόμος που περνά από το Μετόχι, συνεχίζει νοτιοανατολικά (αριστερά) και οδηγεί στον επίσης παλιό ναό της Αγίας Αικατερίνης. Λίγο πιο πέρα αριστερά, υπάρχει η διακλάδωση που οδηγεί στον παλιό ναό του Αγίου Σπυρίδωνος. Επιστρέφοντας στον κεντρικό δρόμο, θα συναντήσουμε αριστερά του δρόμου το μικρό ναό, το Γενέσιον της Θεοτόκου. Στη συνέχεια του κεντρικού δρόμου, υπάρχει το Ηρώο του Ντερέ και απέναντι από αυτό, μια ανηφορική διακλάδωση οδηγεί στο παλιό οικισμό Δασκαλιανά. Μια άλλη διακλάδωση συνέχεια πάλι του κεντρικού δρόμου, αριστερά (ξεκινά από την γέφυρα που περνά πάνω από το ποτάμι), οδηγεί στο βραχοστύλωτο εκκλησάκι της Αγίας Κυριακής, το οποίο εορτάζει κάθε χρόνο στις 7 Ιουλίου. Ξανά πάλι στον κεντρικό δρόμο και δεξιά, υπάρχει μονοπάτι που οδηγεί στο ναό του Μιχαήλ Αρχαγγέλου. Τέλος, σε απόσταση περίπου 1,5 χιλιόμετρου από το κέντρο του χωριού η διακλάδωση στα αριστερά, οδηγεί στον οικισμό Παπαδιανά. Ο οικισμός αναφέρεται πρώτη φορά στην απογραφή του 1900 στο δήμο Λάκκων, στην κοινότητα Νέων Ρουμάτων και από το 1928, στην κοινότητα Ντερέ. Λίγο μετά στον κατηφορικό δρόμο, υπάρχει και ο παλιός νερόμυλος, κλειστός εδώ και χρόνια. Κοντά εκεί υπάρχει και ο ναός της Αγίας Τριάδος κτισμένος επί Ενετοκρατίας, που γιορτάζει κάθε χρόνο την επομένη της Πεντηκοστής.